ανθογυάλι

ανθογυάλι
το ваза для цветов

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "ανθογυάλι" в других словарях:

  • ανθογυάλι — το γυάλινο ανθοδοχείο …   Dictionary of Greek

  • ανθογυάλι — το ιού, γυάλινο ανθοδοχείο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • άνθος — Βασικό τμήμα κάθε φυτού, αν και υπάρχουν φυτά που δεν ανθοφορούν.Λέγεται και λουλούδι. Το ά. είναι το μέρος του φυτού που περιέχει τα όργανα της εγγενούς αναπαραγωγής· κατά κανόνα είναι το πιο όμορφο, το πιο φανταχτερό και το πιο ευωδιαστό μέρος… …   Dictionary of Greek

  • ανθοδοχείο — το δοχείο στο οποίο τοποθετούνται λουλούδια για διακόσμηση χώρων, βάζο, ανθογυάλι. [ΕΤΥΜΟΛ. < άνθος + δοχείο. Η λ. μαρτυρείται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως τού Βασιλείου της Ελλάδος (αρχή έκδ. 1833)] …   Dictionary of Greek

  • ανθοδοχείο — το δοχείο κατάλληλο για λουλούδια, ανθογυάλι: Στο ανθοδοχείο υπήρχαν ωραιότατα τριαντάφυλλα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»